Του Μανόλη Καψή

Θεωρητικά η ιδέα ήταν win win. Ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνεται στους νέους που δίνουν εισαγωγικές στο πανεπιστήμιο ή ετοιμάζονται να δώσουν Πανελλαδικές του χρόνου (υπολογίζεται ότι σχεδόν 100 χιλιάδες μαθητές έχουν δικαίωμα ψήφου) και τους υπόσχεται ότι δεν θα τους “κόψει φέτος η Κεραμέως”. Αρκεί να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά. Θα μπουν στο πανεπιστήμιο ακόμα και με βαθμό 0,6. (σ.σ. Tο νούμερο δεν είναι φανταστικό, υπήρξε υποψήφιος που μπήκε στο πανεπιστήμιο με 0,6 στα 20, και ήταν στην Ευρυτανία.). Άλλη μια ελληνική πρωτοτυπία. Ο αριθμός των εισακτέων στα πανεπιστήμια να διαμορφώνεται ανάλογα με το ποιο κόμμα κερδίζει τις εκλογές. 

Εν πάση περιπτώσει, έτσι, το όνειρο των γονιών τους θα γίνει πραγματικότητα,  χωρίς να χρειαστεί εκείνοι να κοπιάσουν. Οι νεολαίοι του ΣΥΡΙΖΑ έκαναν και καμπάνια στα social: “Θες από φέτος Πανελλαδικές χωρίς Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής; Ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ”, έλεγε το σύνθημα. Τι freedom pass και αηδίες. Αυτό ήταν προεκλογικό δώρο, όχι αστεία.

Ο μόνος κίνδυνος είναι να κάνει κάποιος άλλος relance. Γιατί να μην βγει ο Βαρουφάκης και να υποσχεθεί ότι μπαίνουν όλοι στο πανεπιστήμιο; Χωρίς εξετάσεις. Δηλαδή αυτός που έγραψε 0,6 και αυτός που θα δώσει λευκή κόλλα, έχουν διαφορετικές επιδόσεις; Είναι διαφορετικού επιπέδου; Ολοι λοιπόν στο πανεπιστήμιο και ο Θεός βοηθός. Είναι λόγος αποκλεισμού, οι περιορισμένες θέσεις στα πανεπιστήμια; Αυτό και αν είναι ανήθικο που θα έλεγε ο κ. Τσίπρας. (σσ Ο οποίος εξήγησε ότι είναι ανήθικο να κόβονται οι υποψήφιοι στις πανελλαδικές, αφού αν τεθούν δύσκολα θέματα όλοι θα γράψουν κάτω από τη βάση και θα μείνουν εκτός των ΑΕΙ, ακόμα και αυτοί που το αξίζουν. Μπερδεύει τη βάση του 10 της Γιαννάκου, με την ελάχιστη βάση εισαγωγής -που είναι ο μέσος όρος των επιδόσεων των υποψηφίων- αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Εδώ μπερδεύει άλλα πιο σοβαρά…)

Είχε άλλωστε και παράπλευρα κέρδη αυτή η λαϊκίστικη στάση απέναντι στην Εκπαίδευση, τα πτυχία και τα πανεπιστήμια. Οι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί έπαιζαν σκληρή άμυνα, από την πρώτη στιγμή στις μεταρρυθμίσεις Κεραμέως. Όχι στην αξιολόγηση, όχι στην ηλεκτρονική ψηφοφορία, όχι στην τηλεκπαίδευση, όχι στην ελάχιστη βάση εισαγωγής, όχι στην ελληνική Pisa, όχι, όχι, όχι. Ο ΣΥΡΙΖΑ δια στόματος Νίκου Φίλη, ήταν πάντα μαζί τους, πάντα δίπλα τους, τους στήριζε αν δεν τους έσπρωχνε. Προσδοκούσε έτσι τα ψηφοθηρικά οφέλη και των υποψηφίων φοιτητών και των εκπαιδευτικών. Διπλό κέρδος.

Μετά ήρθαν και οι σοφοί του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξουν το όχι στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Και ας είναι οι ίδιοι καθηγητές σε ιδιωτικά πανεπιστήμια. Όχι και στην πανεπιστημιακή αστυνομία. Και ας διδάσκουν οι ίδιοι σε πανεπιστήμια που διαθέτουν τις δικές τους υπηρεσίες φύλαξης. Όχι και στην ελάχιστη βάση εισαγωγής κι ας διδάσκουν εκείνοι σε σχολές που αποδέχονται φοιτητές μόνο μεταξύ των αρίστων. Στην Ελλάδα θα είναι αλλιώς. “Θα μπαίνουν τα παιδιά αβέρτα κουβέρτα στα πανεπιστήμια”, φώναξε στο στούντιο η Θεανώ Φωτίου, ελπίζοντας να την ακούσει κάποιος/α υποψήφιος/α.

Τι πήγε όμως λάθος; Γιατί η Νέα Δημοκρατία “ανεβάζει” το θέμα και το έχει κάνει σημαία της; Γιατί ο Αλέξης Τσίπρας βρέθηκε να δίνει εξηγήσεις και να απολογείται για το Harvard και να μιλάει απαξιωτικά για δήθεν “ΙΕΚ Φούφουτος”;

Δεν ξέρω πόσοι υποψήφιοι ή και οι γονείς τους, θα πειστούν από τις υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα με το “εμπάτε όλοι στα πανεπιστήμια”, αλλά τα κέρδη θα είναι πιθανότατα πενιχρά, σε σχέση με τη ζημιά στην εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Προσδοκώντας αμφίβολες ψήφους από υποψήφιους φοιτητές που αναζητούν μια θέση σε μια περιφερειακή, άγνωστη σχολή -μια σχολή που πιθανότατα δεν θα τελειώσουν ποτέ και που το πτυχίο της δεν θα έχει καμία αξία στην αγορά εργασίας- ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ενώπιον του ευρύτερου εκλογικού σώματος, σαν τη δύναμη που υπόσχεται μια επιστροφή στο παρελθόν. Το κόμμα που θέλει να ακυρώσει όλες τις μεταρρυθμίσεις. Το κόμμα που μένει προσκολλημένο σε μια Ελλάδα αιωνίων φοιτητών και πανεπιστημίων- αποθηκών φοιτητών, όπου η μοναδική επαγγελματική προοπτική των νέων θα είναι, ένας όλο και πιο δύσκολος πλέον, διορισμός στο δημόσιο. Η πιθανότερα η ανεργία.

Γιατί επιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας σε μια πολιτική πρόταση που δείχνει να είναι μειοψηφική στην ελληνική κοινωνία; Αφού ακόμα και εκείνοι που αγωνιούν για τις επιδόσεις των παιδιών τους στις Πανελλαδικές, που θέλουν να τα δουν στο πανεπιστήμιο, ελπίζοντας ότι ένα “χαρτί” ακόμα και απαξιωμένο θα είναι ένα ατού για τη μελλοντική πρόσληψη, αποδέχονται, ότι πρέπει να υπάρχει μια βάση. Υποψιάζονται δηλαδή, ότι για να έχει μια αξία η επιτυχία στις εξετάσεις, πρέπει και κάποιοι να μένουν έξω. Αν πετυχαίνουν όλοι, τι σόι διαγώνισμα είναι αυτό; Πρέπει κάποιοι να πετυχαίνουν και κάποιοι να αποτυγχάνουν. Αλλιώς, τι σόι εξετάσεις είναι αυτές; Γιατί τόσος κόπος και τόσα έξοδα στα φροντιστήρια, αν όλοι κάπου θα μπουν τελικά; Ακόμα και με 0,6 στα 20. Τι αξία θα έχει το πτυχίο; 

Σύμφωνα με μια σχετικά πρόσφατη δημοσκόπηση (GPO για τα Παραπολιτικά, 2021), το 62% των Ελλήνων πολιτών συμφωνεί με τη βάση εισαγωγής. Διαφωνεί το 31%, όσοι περίπου και οι ψήφοι στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η μία απάντηση είναι ότι αυτή είναι η αντίληψη του ΣΥΡΙΖΑ για την εκπαίδευση και την αριστεία και αυτή ήταν πάντα η θέση του. Αυτή η αριστερά έχει δώσει αγώνες για λιγότερο διάβασμα, λιγότερες εξετάσεις, λιγότερο κόπο και λιγότερα μαθήματα. Αυτή η αριστερά κατάργησε τα πρότυπα και τα πειραματικά. Αντικατέστησε την αριστεία με την κλήρωση.  Η εποχή του “πρώτοι στα μαθήματα και πρώτοι στους αγώνες”- ποιος θυμάται σήμερα τον Φαράκο;- έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Ανήκει στην προϊστορία.

“Αυτό το έχουμε πει εμείς 3 χρόνια τώρα. Είναι μια καταγεγραμμένη θέση που απορρέει από το πρόγραμμά μας, συνεπώς γιατί να μην το εφαρμόσουμε;”, διερωτήθηκε (μάλλον αμυντικά) προχθές ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στο Open, για την κατάργηση της βάσης εισαγωγής.

 Η άλλη εκδοχή είναι ότι ο κ. Τσίπρας αδιαφορεί για την εικόνα και την πρόσληψη της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ από το ευρύ κοινό, αφού έχει χάσει την ελπίδα να κερδίσει την ψήφο του. Αυτό που έχει σημασία είναι να μαζέψει όσους ψήφους μπορεί, έστω από τον στενό πυρήνα των ψήφων της αριστεράς. Η από οπουδήποτε μπορεί. Για να ετοιμαστεί για την επόμενη ημέρα των εκλογών.

Θυμίζει λίγο και την πρόσκληση που απηύθυνε στον Βαρουφάκη και τον Κουτσουμπα για κυβέρνηση συνεργασίας. Δεν ήξερε ότι θα τρομάξει, θα διώξει και όσους κεντροαριστερούς φλέρταραν με την ψήφο αποδοκιμασίας στον Μητσοτάκη; Το ήξερε. Αδιαφορούσε. Ηξερε και ξέρει ότι αυτούς τους ψηφοφόρους τους έχει χάσει. Αυτό που μετρούσε και μετράει είναι να μαζέψει όσους ψήφους μπορεί. Εστω από τα υπόλοιπα της αριστεράς. Για τη επόμενη ημέρα της διαφαινόμενης ήττας. Γιατί αν βρεθεί κάτω από το 30%, όλα θα είναι αλλιώς…

#Αν #πέσει #κάτω #από #το

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *